Το 2021 είναι η τελευταία χρονιά της Ανγκελα Δωροθέας Μέρκελ στην καγκελαρία, μετά από δική της απόφαση, την οποία έχει προαναγγείλει. Έμεινε 16 χρόνια (2005-2021) στη θέση της καγκελαρίου, φτάνοντας το ρεκόρ του Χέλμουτ Κολ (1982-1998). Κόρη πάστορα της Ανατολικής Γερμανίας, ο Χέλμουτ Κολ την έλεγε “το κορίτσι”, έγινε με τα χρόνια “η μητερούλα” (mutti) για πολλούς Γερμανούς, και ταυτόχρονα “η σιδηρά κυρία της Ευρώπης”.
Η πολιτικός που συμμετείχε ενεργά στην πολιτική στην Ανατολική Γερμανία, αλλά στην συνέχεια κατάφερε να εδραιωθεί γρήγορα στην πολιτική σκηνή της Γερμανίας μετά την πτώση του τείχους, να γίνει αρχηγός του μεγαλύτερου κόμματος της Γερμανίας, να γίνει καγκελάριος και να παραμείνει 16 χρόνια, σίγουρα δεν είναι τυχαία προσωπικότητα. Είχε αίσθηση του χρόνου, του τόπου, των ισορροπιών, των ευκαιριών και των κινδύνων.
Η Ανγκελα Δωροθέα Μέρκελ θα μνημονεύεται με θετικό πρόσημο, γιατί εργάστηκε για την Γερμανία. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν άφησε κανένα περιθώριο να αμφισβητηθεί η πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας, κάνοντας όμως πολλά ώστε να μην υπάρχουν αμφιβολίες ότι η ΕΕ μένει σε κοινή πορεία. Χωρίς να δείχνει ότι κάνει ρηξικέλευθο ή ριζοσπαστικό, χωρίς μεγαλοστομίες για οράματα, άφηνε τα πράγματα να εξελιχθούν έως την στιγμή που θα έβρισκε την ευκαιρία να παρέμβει. Οδηγούσε έτσι τις καταστάσεις εκεί που είχε προϋπολογίσει. Από την Ανγκελα Μέρκελ, δεν θα μείνουν σημαντικές “φράσεις” ή “διδάγματα”. Μετράει το αποτέλεσμα.
Η κόρη του λουθηρανού πάστορα (προτεστάντης) Χορστ Κάσνερ και της δασκάλας Χέρλιντ Κάσνερ γεννήθηκε στις 17 Απριλίου 1954 στο Αμβούργο. Λίγο μετά τη γέννησή της, ο πατέρας της ανέλαβε θέση σε εκκλησία της Ανατολικής Γερμανίας. Έτσι η οικογένεια μετακόμισε στο Τεμπλίν, έξω από το Βερολίνο. Η Α. Μέρκελ μεγάλωσε, σπούδασε φυσική στη Λειψία, και ασχολήθηκε με την πολιτική στην σοσιαλιστική Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία. Παντρεύτηκε το 1977 τον συμφοιτητή της Ούλριχ Μέρκελ (επίθετο που κράτησε) με τον οποίο χώρισε το 1982. Λίγα χρόνια αργότερα θα γνωρίσει επίσης στο Ανατολικό Βερολίνο, τον χημικό Γιοάχιμ Ζάουερ, τον οποίο παντρεύτηκε πολλά χρόνια αργότερα τον 1998. Στέλεχος της Νεολαίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, το 1989, λίγες εβδομάδες μετά την κατάρρευση του τείχους στο Βερολίνο , η Μέρκελ προσχώρησε στη Δημοκρατική Aφύπνιση (Demokratischer Aufbruch), ενα πολιτικό κόμμα της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας, που είχε ιδρυθεί από πάστορες. Λίγους μήνες αργότερα βρέθηκε κυβερνητική εκπρόσωπος στην κυβέρνηση του Λόταρ ντε Μεζιέρ, του μεταβατικού και τελευταίου πρωθυπουργού του ανατολικογερμανικού κράτους. Η “Δημοκρατική Αφύπνιση” (το κόμμα των ανθρώπων της Εκκλησίας) ενσωματώθηκε αμέσως στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα (CDU). Η Α. Μέρκελ εξελέγη βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, στις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1990, στο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας για να βρεθεί αμέσως τον Ιανουάριο του 1991 στην κυβέρνηση Χ. Κολ , ομοσπονδιακή υπουργός γυναικείων υποθέσεων και νεολαίας. Έμεινε στις κυβερνήσεις Κολ ως το τέλος το 1998, οπότε και ήρθε η κυβέρνηση των Σοσιαλδημοκρατών υπό τον Γκ. Σρέντερ. Η Α. Μέρκελ, εξελίχθηκε σε προστατευόμενη και εκλεκτή του Χ. Κολ. Σίγουρα όμως η καταγωγή της από την Ανατολική Γερμανία την έκανε απαραίτητη για να φανεί η ενότητα της Γερμανίας μετά την ενοποίηση. Μετά την αποχώρηση του Κολ αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος ήταν ο Β. Σόϊμπλε. Το σκάνδαλο των “μαύρων ταμείων” του κόμματος σε λογαριασμούς της Ελβετίας που ξέσπασε τον Νοέμβριο του 1999, ήταν η νέα ευκαιρία για την Α. Μέρκελ. Το σκάνδαλο ακουμπούσε και τον Κολ και τον Σόϊμπλε. Σε άρθρο της στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, τον Δεκέμβριο του 1999, προτείνει την εγκατάλειψη του Κολ (του ανθρώπου που την ανέδειξε πολιτικά). Εμφανίστηκε αποφασισμένη να δώσει η ίδια “τέλος στο σύστημα Κολ”, επικρίνοντας εμμέσως και τον τότε αρχηγό του κόμματος Β. Σόϊμπλε για την αναποφασιστικότητα του.
Τον Ιανουάριο του 2000 παραιτείται ο Κολ από τη θέση του επιτίμου προέδρου του CDU και τον Φεβρουάριο ο Σόϊμπλε από αρχηγός. Τον Απρίλιο του 2000 η Ανγκελα Μέρκελ εκλέγεται ομοσπονδιακή πρόεδρος του CDU από το συνέδριο του Κόμματος. Επόμενη στάση η καγκελαρία. Που ήρθε με τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2005. Παρά το γεγονός ότι σχηματίσθηκε κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού (Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές με Σοσιαλδημοκράτες) η Μέρκελ ως επικεφαλής του πρώτου κόμματος ορίζεται καγκελάριος. Στη θέση αυτή βρίσκεται έως σήμερα και μετά τις εκλογές του 2009, του 2013 και του 2017. Όλες δε ήταν και είναι κυβερνήσεις συνεργασίας. Τον Οκτώβριο του 2018 η Μέρκελ παραιτήθηκε από την ηγεσία του CDU, μετά απο 18 χρόνια. Ένα χρόνο αργότερα ανακοίνωσε και την απόφαση της να μην ξαναθέσει υποψηφιότητα για καγκελάριος.
Η Α. Μέρκελ απεδείχθη μετρ στην σταδιακή μετατόπιση των πραγμάτων. Άλλαξε πράγματι το σύστημα Κολ μέσα στο CDU. Μετατόπισε το κόμμα της προς το πολιτικό κέντρο με θέματα που παραδοσιακά ανήκαν σε άλλα κόμματα, όπως το Σοσιαλδημοκρατικό και τους Πράσινους. Στην πολιτική για την οικογένεια, ήταν εκείνη που επέβαλε το βοήθημα για γονείς επί 14 μήνες από τη γέννηση του παιδιού, ή το δικαίωμα για θέση σε νηπιαγωγείο. Με αυτήν την πολιτική το CDU κατάφερε στις εκλογές του 2013 να αγγίξει το φανταστικό ποσοστό του 40%. Μόνο όταν ξεκίνησε η προσφυγική κρίση οι θέσεις Μέρκελ οδήγησαν σε διχόνοιες.
Η Μέρκελ ενίσχυσε τις εξαγωγικές δυνατότητες της Γερμανίας, αξιοποιώντας στο έπακρο την πολιτική επέκτασης σε νέες αγορές και στην Ευρώπη αλλά και προς την κίνα και την Άπω Ανατολή.
Ταυτόχρονα όμως ήταν σταθερή οπαδός της πολιτικής της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της συσσώρευσης πλούτου στα δημόσια ταμεία και των πολιτικών λιτότητας.
Με την πολιτική της πάντως ενίσχυσε τη θέση της Γερμανίας στο ευρώ και την ΕΕ.
Ενίσχυσε τις σχέσεις της Γερμανίας με την Κίνα, διατήρησε μια δύσκολη ισορροπία με την Μόσχα, προχωρώντας σε ενεργειακές συνέργειες με την Ρωσία.
Ολ αυτά όμως χωρίς ποτέ να ξεχάσει ότι η Γερμανία στηρίζεται στην ατλαντική συνεργασία, δηλαδή στην συνεννόηση με την Ουάσιγκτον.
Το 2011 μετά το δυστύχημα στον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα της Ιαπωνίας η Μέρκελ ανακοίνωσε προς έκπληξη όλων και παρά τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης, την εγκατάλειψη της πυρηνικής ενέργειας ως το 2022. Στόχος ως το 2050 οι ενεργειακές ανάγκες της Γερμανίας να καλύπτονται κατά 80% από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η Ανγκελα Μέρκελ όμως αφήνει πίσω της μια καταρρέουσα μεσαία τάξη, όπως και πολιτικές λιτότητας, χαμηλών αποδοχών και σταδιακής διάλυσης της αγοράς εργασίας.
Ήταν όμως αυτή που ευνόησε την έλευση μεταναστών στην Γερμανία (κοντά στα 2 εκ πρόσφυγες από Μέση Ανατολή και Αφρική. Ιδίως μετά τις σφαγές των τζιχαντιστών στην Συρία το 2015). Το μεταναστευτικό στοίχισε στο CDU την μείωση των ποσοστών του και στην Μέρκελ την μείωση της δημοτικότητα της. Ενισχύοντας παράλληλα την ακροδεξιά.
Η χρεοκοπία και η 8ετής ταλαιπωρία που ακολούθησε (Μνημόνια), έφεραν την Μέρκελ και τον Σόϊμπλε στην καθημερινότητα μας με τρόπο δραματικό. Και οι δύο έγιναν για τους Έλληνες, συνώνυμο της φτωχοποίησης και του δυνάστη. Παρ όλα αυτά η Α. Μέρκελ απέφυγε στο δημόσιο λόγο της, τους χαρακτηρισμούς και τις αξιολογικές κρίσεις για τους Έλληνες, την Ελλάδα, ακόμα και τους Έλληνες πολιτικούς. Κάτι που δεν έκανε ούτε ο Σόϊμπλε ούτε άλλοι Γερμανοί πολιτικοί, όπως και πάμπολλοι άλλοι Ευρωπαίοι.
Η Μέρκελ όμως επέβαλε από την πρώτη στιγμή 2010, τη λύση (μνημόνια +ΔΝΤ) και επενέβαινε όταν τα πράγματα κολλούσαν. Αφήνοντας την τρέχουσα διαχείριση και τους καυγάδες στον Σόϊμπλε και στην τρόϊκα. Οι Γερμανοί βεβαίως έχουν άλλη άποψη. Ήταν η Μέρκελ που κράτησε την Ελλάδα στο ευρώ με κόστος.