του Γιάννη Μπράχου*

Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ιδίως με την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στον οργανισμό, αντιμετωπίζει την αντίθεση του Προέδρου Ερντογαν, θέτοντας απαράδεκτους όρους σε σκανδιναβικές χώρες με παράδοση στο σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Στη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης, η Τουρκία αναβαθμίζεται στο δυτικό στρατόπεδο, με την ελληνική κυβέρνηση ανενεργή και ορατό τον κίνδυνο ετεροβαρών ρυθμίσεων για τη χώρα μας. Όσο οι διεθνείς εντάσεις θα συνεχίζονται σε συνδυασμό με τις αναταράξεις στο διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα και στις εφοδιαστικές αλυσίδες, απαιτούνται αναβαθμισμένες εγγυήσεις ασφάλειας της χώρας μας σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Η ολοκληρωτική απουσία διεκδικητικού διπλωματικού πλαισίου από τη χώρα μας, την καθιστά ευάλωτη στις τεράστιες και ταχύτατες αλλαγές που συντελούνται στην περιοχή. Αν θέλει η Ελλάδα να ενισχύσει την εθνική της ασφάλεια και να λύσει τα φλέγοντα προβλήματά της, οφείλει να αποσυγκοληθεί από την ακινησία στην οποία έχει περιέλθει η εξωτερική μας πολιτική.



Το ΝΑΤΟ, ιστορικά ήταν διευρυνόμενη συμμαχία, με τη Σουηδία και τη Φινλανδία να είναι οι πρώτες χώρες που συνδέονται παραδοσιακά με τη δυτική ζώνη επιρροής, ενώ ο πόλεμος έχει επιστρέψει στην Ευρώπη, με τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία.

Η διεύρυνση αυτή του ΝΑΤΟ, έχει στρατηγικό βάθος, καθώς αναβαθμίζει τον έλεγχο της Βαλτικής Θάλασσας, περιλαμβάνοντας τις ισχυρές στρατιωτικές δυνατότητες της Φινλανδίας και της Σουηδίας.

Το τουρκικό βέτο σχετικά με την ένταξη των δύο αυτών χωρών στο ΝΑΤΟ, εστιάζει στις κατηγορίες της Τουρκίας για την παρουσία Τούρκων τρομοκρατών στη Σουηδία και στη Φινλανδία, για τους οποίους ζητείται η έκδοσή τους. Όμως, το τουρκικό βέτο έμμεσα εγείρει ως ζήτημα ουσίας την έλλειψη υποστήριξης του ΝΑΤΟ στις προκλήσεις ασφαλείας της Τουρκίας, όπως η ίδια τις αντιλαμβάνεται.

Υπό αυτό το πρίσμα σημαντικό μέρος της Δύσης, εξετάζει την ενίσχυση της Τουρκίας για την αντιμετώπιση της εγχώριας τρομοκρατίας και των απειλών ασφαλείας της, παρέχοντας σύγχρονα στρατιωτικά συστήματα, προκειμένου η Τουρκία να άρει το βέτο της.

Οι εκλογές στην Τουρκία υπό αυτό το πρίσμα είναι κρίσιμες για τη Δύση και ιδιαίτερα για τη χώρα μας.  Στην Ελλάδα θεωρείται ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική έναντι της χώρας μας δεν θα μεταβληθεί επί της αρχής, παρά την πρόταση του επικεφαλής του συνασπισμού της αντιπολίτευσης για διάλογο σε νέα βάση με την Ελλάδα. Οι εκτιμήσεις της κυβέρνησης φαίνεται να θεωρούν θετική εξέλιξη την ανάδειξη της αντιπολίτευσης στην εξουσία, καθώς θα είναι αξιόπιστος συνομιλητής με τη Δύση.

Η στροφή προς τη Δύση που υπόσχεται ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης είναι αβέβαιου αποτελέσματος για την Ελλάδα, εφόσον δεν είναι σαφώς συνδεδεμένη με την επίλυση της ελληνοτουρκικής διαφοράς για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ.

Ο Ünal Çeviköz, επικεφαλής σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Kemal Kılıçdaroğlu, δήλωσε στο Politico ότι και σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης, η νέα κυβέρνηση θα σεβαστεί την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την απελευθέρωση των Selahattin Demirtaş και Osman Kavala.

Η αντιπολίτευση στην Τουρκία στον επαναπροσδιορισμό της εξωτερικής πολιτικής της χώρας θέτει ως προτεραιότητα την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, οι οποίες διακόπηκαν το 2018. Σε αυτή την κατεύθυνση, η επανέναρξη των ελληνοτουρκικών συνομιλιών θα προσφέρουν στην Τουρκία το επιχείρημα της καλής γειτονίας, ως συνέχεια της διπλωματίας των σεισμών.

Οι προτάσεις εξωτερικής πολιτικής της «φιλοδυτικής» αντιπολίτευσης, απηχούν σε μεγάλο βαθμό τις αντιλήψεις της παραδοσιακής τουρκικής διπλωματίας, χωρίς να απέχουν από τις απόψεις του Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας κ.Kalin του Προέδρου Erdoğan.


Η Δύση αναγνωρίζει την σημαντική εξάρτηση της τουρκικής οικονομίας από το ρωσικό πετρέλαιο,  αποδεχόμενη την εξαίρεση της Τουρκίας από τις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, παρότι η Τουρκία είναι σε προενταξιακή πορεία στην ΕΕ.

       

Συνεκμετάλλευση από την πίσω πόρτα



Η Δύση επιπρόσθετα θα ενθαρρύνει τη συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων Νότια της Κρήτης και στην Ανατολική Μεσόγειο, ως επιβράβευση της Τουρκίας για την θετική στάση της στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Στο ενδεχόμενο αυτό, η ελληνική διπλωματία θα αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις στις διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα και η ελληνική κυβέρνηση στις διεθνείς υποχρεώσεις της για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

Το αίτημα της Τουρκίας για εγγυήσεις ή διαβεβαιώσεις από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ προτού ολοκληρωθεί η προσχώρηση της Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, εκτιμάται ότι θα γίνει τελικά αποδεκτό, ανεξάρτητα της έκβασης των εκλογών της 14ης Μαΐου. Αυτό άλλωστε υποδηλώνει η επί της αρχής θετική στάση της Τουρκίας στην ένταξη της Φινλανδίας.

Η διαφαινόμενη λύση θα περιλαμβάνει αφενός την επανέναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην ΕΕ για τη διασφάλιση του σεβασμού των ευρωπαϊκών αρχών, των δημοκρατικών αξιών και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αφετέρου την παροχή εγγυήσεων ασφαλείας στη Τουρκία συνοδευόμενη από αναβάθμιση οπλικών συστημάτων από τον διεθνή παράγοντα. Παρόλο που οι παραχωρήσεις αυτές συνιστούν οιονεί απόκλιση από τις αρχές της ΕΕ, θα θεωρηθούν αναγκαίες για τη διατήρηση της σταθερότητας και της ασφάλειας στην Ευρώπη.

Στις εν εξελίξει διαβουλεύσεις η ελληνική διπλωματία περιορίζεται στην απόσπαση προφορικών δεσμεύσεων για τον σεβασμό της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων.

Ωστόσο, η νέα Ελληνική κυβέρνηση οφείλει να παρέμβει στις εξελίξεις διεκδικώντας αφενός την παροχή εγγυήσεων ασφαλείας για τη χώρα μας και αφετέρου την οικονομική ανάκαμψη με παραγωγικές επενδύσεις και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού.

Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ, η οποία δεν έχει επανέλθει στο προ κρίσης επίπεδο του κατά κεφαλή ΑΕΠ (σε όρους αγοραστικής δύναμης). Αυτό οφείλεται τόσο στην περιορισμένη απόδοση του προγράμματος προσαρμογής όσο και στις διαχρονικά υψηλές αμυντικές δαπάνες του ΑΕΠ.

Η πραγματικότητα αυτή θέτει ισότιμα το αίτημα της προστασίας της εθνικής ασφάλειας, με το αντίστοιχο της οικονομικής ασφάλειας σε συνθήκες διεθνούς γεωπολιτικής και οικονομικής ρευστότητας. Προϋπόθεση για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στη διάρκεια της γεωπολιτικής κρίσης, είναι μικρά πρωτογενή πλεονάσματα στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ.

Η γεωπολιτική σταθερότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομική σταθερότητα. Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη ανέδειξε τα όρια της συντηρητικής πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης της χώρας, οδηγώντας σημαντικό μέρος της κοινωνίας στην αμφισβήτηση του σημερινού μοντέλου διαχείρισης γεωπολιτικής και οικονομικής σταθερότητας. Τα πολιτικά κόμματα θα ακούσουν την αδιαμεσολάβητη φωνή της νεολαίας;

***Οικονομολόγος-πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.

 

Υδρόγειος

  • Συνολική ήττα Ερντογάν μετά το 2002

    Ο Ερντογάν έχασε και πάλι την Κωνσταντινούπολη απο τον Εκρέμ Ιμάμογλου, έχασε όμως και για πρώτη φορά τα τελευταία 22 χρόνια, παντουρκικά. Για πρώτη φορά από το 2002 το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το CHP, προηγείται του κυβερνώντος ΑΚP σε όλη...

  • Εκλογές -νίκη του ρωσικού εθνικισμού

    Τα δυτικά ΜΜΕ εξακολουθούν να μεταφέρουν μια άκρως παραμορφωτική εικόνα για το τι συμβαίνει στη Ρωσία. Η νίκη του Πούτιν, ενός αδιαμφισβήτητα σκληρού αυταρχικού ηγέτη με το τρομακτικό  88% χρήζει σοβαρών αναλύσεων, όπως και η τεράστια συμμετοχή που...

  • Επίδειξη ισχύος με κοινά γυμνάσια Ρωσίας, Κίνας και Ιράν

    Επίδειξη δύναμης σε μια κομβική περιοχή του κόσμου  θα κάνουν η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν με την πραγματοποίηση κοινών  αεροναυτικών γυμνασίων στον Κόλπο του Ομάν και την Αραβική Θάλασσα έγινε γνωστό την Δευτέρα 11 Μαρτίου.

  • Η Κίνα υπέρ της Παλαιστίνης, η πείνα σκοτώνει στη Γάζα

    Είναι ντροπή για τον ανθρώπινο πολιτισμό όσα συμβαίνουν στη Γάζα εδώ και μήνες, αλλά το έγκλημα συνεχίζεται. Πάντως, μια ισχυρή παρέμβαση υπέρ της Παλαιστίνης έκανε η Κίνα, τροφοδοτώντας με νέα δυναμική την αντίσταση κατά του Ισραήλ.